Τρίτη 6 Αυγούστου 2019

Ιησούς και Απολλώνιος ο Τυανεύς

Ιησούς και Απολλώνιος ο Τυανεύς



Εάν ρωτήσει κάποιος έναν μέσο, σύγχρονο Έλληνα, «ποιος υπήρξε ο Απολλώνιος ο Τυανεύς», το πιο πιθανόν είναι να τον κοιτάξει με απορία, και με χαμόγελο που να προδίδει αμηχανία, αφού δεν του είπανε τίποτα γι’ αυτόν στα σχολικά του χρόνια και σπάνια ακούει κάτι γι’ αυτόν από έγκυρες πηγές.
Αν ρωτήσει όμως κάποιον που ανήκει στους νεοπαγανιστικούς ή εσωτεριστικούς κύκλους, τότε θα πάρει την απάντηση, ότι ο Απολλώνιος ο Τυανεύς υπήρξε κάτι, σαν το Χριστό για τους εθνικούς, δηλαδή μεγάλος Έλληνας σοφός, άγιος, «θείος ανήρ» που δίδαξε την αρετή και έκανε θαύματα αντίστοιχα με αυτά του Ιησού της Γαλιλαίας.  
Ακόμα, μπορεί να πάρει και την απάντηση ότι οι χριστιανοί παραχάραξαν την ιστορία και δημιούργησαν τον Χριστό γύρω στον 4ο αι. μ.Χ., και μάλιστα στη Σύνοδο της Νίκαιας το 325 μ.Χ., με βάση και πρότυπο τη ζωή του Απολλώνιου του Τυανέα! 
Έτσι, με μια κολοσσιαία απάτη, έκαναν τον κόσμο να πιστέψει ότι ο Ιησούς και η χριστιανική εκκλησία είχαν ξεκινήσει τον 1ο αι. μ.Χ., ενώ ξεκίνησαν τον 4ο, και η επιτυχία του χριστιανικού ιερατείου ήταν να κρατήσει στο μαύρο σκοτάδι όλες τις αποδείξεις σχετικά με τον βίο και τη διδασκαλία του Απολλώνιου.
 Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζεται ο R.W. Bernard στο βιβλίο του Απολλώνιος ο Ναζωραίος και τον ακολουθούν κατά πόδας πολλοί σύγχρονοι νεοπαγανιστές και εσωτεριστές, επαναφέροντας στο προσκήνιο τα επιχειρήματα του χριστιανομάχου Ιεροκλή, επάρχου της Βιθυνίας του 4ου αι., που με το έργο του Ο Φιλαλήθης, υπήρξε, πρώτος που έκανε τέτοιους συσχετισμούς, και βρήκε τάχα αναλογίες μεταξύ Ιησού και Απολλώνιου και ότι ο τελευταίος υπήρξε ανώτερος του πρώτου. 
Απόψεις σαν κι αυτές επικράτησαν κυρίως στην Ευρώπη, τον 18ο αι. ανάμεσα σε διαφωτιστές και σ’ άλλους… και επανεμφανίστηκαν στις μέρες μας με τίτλους ηχηρούς του τύπου Απολλώνιος, θεός, επί της γης…  
Υπάρχουν μάλιστα κάποιοι που προτείνουν να χρονολογείται η ιστορία μας όχι π.Χ. και μ.Χ., αλλά π.τ.Α. και μ.τ.Α.(πολλώνιου)!


Αρχαίος πάπυρος αποδεικνύει το πως ο Απολλώνιος ο Τυανεύς έγινε ο ραβίνος Ιησούς




Ποιος ήταν πραγματικά ο Απολλώνιος ο Τυανεύς;

Το πρώτο πράγμα που έχει να κάνει ένας ερευνητής, είναι να εξετάσει εάν υπήρξε πράγματι ο Απολλώνιος, ποιες πηγές διαθέτουμε για τη ζωή του και τη δράση του, και κατά πόσον είναι αξιόπιστες. Αν κάνει λοιπόν τον κόπο και ανατρέξει στα εγκυρότερα ιστορικά έργα, τις μονογραφίες και σε σχετικά λήμματα στις μεγάλες εγκυκλοπαίδειες, θα πληροφορηθεί έκπληκτος ότι η μοναδική πηγή που διαθέτουμε για να μάθουμε για τον Απολλώνιο, είναι ο νεοπλατωνικός ρήτορας Φλάβιος Φιλόστρατος, ο οποίος στις αρχές του 3ου αι. μ.Χ. έγραψε κατ’ εντολήν της Ιουλίας Δόμνας, συζύγου του Αυτοκράτορα Σεπτίμιου Σεβήρου, 

το έργο του Τα εις τον Τυανέα Απολλώνιον σε οκτώ βιβλία. 
 



ΕΝΑ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑΣ

Φιλόσοφος,θεόσοφος,θαυματουργός,θεουργός,ο τυπικότατος εκπρόσωπος του θρησκευτικού και φιλοσοφικού συγκριτισμού στα χρόνια του Χριστού.Η νεότητά του συμπίπτει περίπου στην αρχή του 1ου μ.Χ. αιώνα(κατ’ ακριβέστερο καθορισμό τον Απρίλιο του 17 μ.Χ. είχε ηλικία μεταξύ του 16ου και του 20ού έτους),ήταν γιος ομώνυμου εξελληνισμένου Καππαδόκη,πάμπλουτου και καταγόμενου από παλαιά οικογένεια των Τυάνων,εκπαιδεύτηκε δε κυρίως στην Ταρσό της Κιλικίας,αλλά και στις Αιγές,την πόλη που γειτνίαζε με την Ταρσό.


Ο ΙΗΣΟΥΣ και Απολλώνιος ο Τυανεύς

Μετά το πέρας της θεωρητικής του εκπαιδεύσεως υπέβαλε τον εαυτό του σε αυστηρή άσκηση(σε πενταετή σιωπή),διέμενε δε κατά το διάστημα αυτό άλλοτε στην Παμφυλία κι άλλοτε στην Κιλικία.Πασίγνωστος πλέον για την ευσέβεια,την σοφία και την θαυματουργό δύναμη,άρχισε τον πλάνητα βίο του.

Οι βιογράφοι του,και μάλιστα ο Φιλόστρατος, διατείνονται ότι μετέβη όχι μόνο στην Αντιόχεια και άλλες πόλεις της δυτικής Ασίας,αλλά και στην Μεσοποταμία και στην Ινδία.Στο σημείο αυτό η βιογραφία του Φιλοστράτου καθίσταται εξ ολοκλήρου πολυμαθής μυθιστορία,αυτού δε του τύπου οι μυθιστορίες ήταν κατ’ εξοχήν αρεστές στους χρόνους του Σεπτιμίου Σεβήρου.
 
Αφού επανήλθε ο Απολλώνιος από τις περιηγήσεις του στην απωτάτη Ανατολή(οι οποίες θα άρχισαν γύρω στο 45 μ.Χ.), διέτριψε (κατά τα τελευταία πιθανώς έτη της εξουσίας του Κλαυδίου και τα πρώτα του Νέρωνος) με ιδιαίτερη προτίμηση στις ελληνικές περιοχές της Μικράς Ασίας,όπου εξέπληττε η άκρα αγνότητά του,όπως επίσης εξέπληττε,ιδίως στην Ιωνία,ο ζήλος του κατά της χρήσεως από τους Έλληνες ρωμαϊκών ονομάτων.
 
Ώριμος πλέον,αποφάσισε να επισκεφθεί και τα δυτικά μέρη του Ρωμαϊκού κράτους,και στην αρχή την χώρα των πόθων του,την Ελλάδα.Από την Έφεσο και διά της Περγάμου έφτασε στο αρχαίον Ίλιον και τις αρχαιότητές του και από κει μετέβη διά της Λέσβου και της Εύβοιας στον Πειραιά το φθινόπωρο του 60 μ.Χ.,καθ’ oν χρόνον εωρτάζονταν τα Ελευσίνια Μυστήρια. 


Εάν πιστέψουμε τον Φιλόστρατο,οι Αθηναίοι έδωσαν στον Απολλώνιο μεγάλη ευκαιρία να φανεί σε όλο το μεγαλείο του. 

Ως τις δεύτερος Επιμενίδης λέγεται ότι δίδαξε ΅Άπερί της εκάστη θεότητι αρεσκούσης θυσίας και του καταλληλότατου τρόπου αυτής.
Από κάποιον Κερκυραίο θηλυπρεπή νεανία που σπούδαζε εις τας Αθήνας και ανήγαγε το γένος του στον βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοο «απήλασε τον δαίμονα» και τον κατέστησε σοβαρό φιλόσοφο.

Κατέβαλε δε κάθε προσπάθεια,για να αποτρέψει τους Αθηναίους από την εκφαύλιση της εορτής των Διονυσίων(με γυναικεία πομπή,ασελγείς χορούς και άλλες ακολασίες), κατόρθωσε μάλιστα,έστω προσωρινώς,να σταματήσει τους επονείδιστους αγώνες των μονομάχων,οι οποίοι είχαν εισχωρήσει,δυστυχώς,και στην ζωή της πόλεως.

 
Την άνοιξη του 61 μ.Χ. επισκέφτηκε,κατά τα λεγόμενα,τους εν Θερμοπύλαις Αμφικτίονες,έπειτα δε τα περίφημα ιερά,τους ναούς του Απόλλωνος στις Θηβες και τους Δελφούς,το μαντείο της Δωδώνης,το μαντείο του Τροφωνίου,το ιερό του Αμφιαράου στον Ωρωπό,τέλος το ιερό των Μουσών στον Ελικώνα,έως ότου τον Ιούλιο του 61 μ.Χ. κατά πρόσκλησιν των Ηλείων μετέσχε της εορτής των Ολυμπιακών Αγώνων.

Στην Ολυμπία συνήψε στενότερες σχέσεις με τους Σπαρτιάτες, επισκέφτηκε και την Σπάρτη,όπου διέμεινε μέχρι την άνοιξη του 62 μ.Χ.,λέγεται δε ότι οι σοβαρές συμβουλές του περιέστειλαν στην Σπάρτη την αισθητή ήδη κατάπτωση των ηθών και της αγωγής των νέων.
 
Ο Απολλώνιος εξακολουθεί τον πλάνητα βίο του.Μεταβαίνει στην Κρήτη.Το 66 μ.Χ.μεταβαίνει στην Ρώμη,κατόπιν στην Ισπανία(66-67 μ.Χ.),τέλος επανέρχεται τον Σεπτέμβριο του 68 στην Ελλάδα,τον ίδιο μήνα μυείται στα Ελευσίνια Μυστήρια,κατόπιν(68-69) επισκέπτεται πάλι τα ιερά της Ελλάδος,την άνοιξη του 69 περιοδεύει στην Χίο,την Ρόδο,την Αίγυπτο και τις άνω του Νείλου περιοχές.Στην Αίγυπτο γνωρίζεται με τον αυτοκράτορα Βεσπασιανό,από τον οποίο τιμάται εξαιρέτως.


Μόλις,όμως,αργότερα έμαθε ότι ο Βεσπασιανός αφαίρεσε από την Αχαΐα την πλασματική αυτονομία,την οποία ο Νέρων είχε δώσει σ αυτήν,κατερρίφθη από μεγάλη οργή και απέρριψε επανειλημμένως και οριστικώς την πρόσκληση του αυτοκράτορος,που επιθυμούσε να τον έχει κοντά του,έγραψε δε πολλές πικρότατες επιστολές προς τον Βεσπασιανό,στις οποίες τον παρέβαλε(έλεγε δε χαρακτηριστικά προς τον Βεσπασιανό,για τον ίδιο ότι:«τους Έλληνας,ους ο Νέρων παίζων ηλευθέρωσεν, αυτός σπουδάζων εδουλώσατο»!) προς τον Ξέρξη και τον συνέκρινε δυσμενώς με τον Νέρωνα.
 
Παρά ταύτα,η αγανάκτηση δεν οδήγησε τον Απολλώνιο σε διακοπή πάσης σχέσεως με τον οίκο των Φλαβίων.Τουναντίον, όπως δεν παραγνώριζε την χρηστότητα της καταστάσεως επί Βεσπασιανού,έτσι και μετά την επάνοδό του από τη περιπλάνησή του στις περιοχές του άνω Νείλου συνήψε φιλικότατες σχέσεις και προς τον ευγενή υιό του αυτοκράτορος Τίτον,αρχικά με επιστολές,έπειτα δε,το 71 μ.Χ.,και με προσωπική γνωριμία στην Κιλικία.
 
Δεν πρέπει δε να παραλειφθεί ότι το 69 ή 70 στην Αλεξάνδρεια συνεβούλευσε τον Βεσπασιανό να διορίζονται στις ελληνικές επαρχίες διοικητές που να γνωρίζουν την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό τρόπο ζωής.Περιοδεύει την Φοινίκη,την Συρία,την Κιλικία και διαμένει επί μακρόν,όπως φαίνεται,στην Ιωνία.

Στο μεταξύ,το στυγνό,αλλόκοτο και δεσποτικό πνεύμα των τελευταίων ιδίως ετών της ηγεμονίας του Δομιτιανού εμποιεί,τουλάχιστον στους ευγενέστερους Έλληνες,εντύπωση δυσμενεστάτη.
Ο γηραιός πλέον Απολλώνιος καταλαμβάνεται από ισχυρή αντιπάθεια κατά της φαυλότητος του αυτοκράτορος(βρισκόμαστε στο έτος 92 μ.Χ. 
 
περίπου στη δυτική Μικρά Ασία).Ο Απολλώνιος ζητεί,μεταξύ άλλων,να εξεγείρει τα πνεύματα και αυτών ακόμα των ανωτάτων στην Ασία Ρωμαίων υπαλλήλων κατά του τυραννικού Δομιτιανού,υπαινισσόμενος λίαν σαφώς τους αιματηρούς τρόπους,με τους οποίους οι αρχαίοι Έλληνες απαλλάσσονταν από τους τυράννους τους.
 
Διετύπωνε δε απερίφραστα την γνώμη του και στην Σμύρνη και την Έφεσο,ακόμα και όταν η Έφεσος εώρταζε τον ψευδή γάμο του Δομιτιανού με την ωραία ανεψιά του Ιουλία(ο Απολλώνιος την χαρακτήρισε ΅Άανόσιον αιμομιξία).Η διαγωγή του δεν ήταν δυνατόν να διαφύγει επί μακρόν τον αυτοκράτορα,στον οποίο είχε ήδη καταστεί ύποπτος λόγω των σχέσεών του προς τον Νερούα και άλλους Ρωμαίους ευπατρίδες,τους οποίους ο Δομιτιανός υπέβλεπε,γι αυτό και σκόπευε να συλλάβει τον θρασύ «δημηγόρον» και να τον παραπέμψει σε δίκη.


Την άνοιξη του 93 μ.Χ. ο Απολλώνιος είναι αιχμάλωτος στη Ρώμη.
Απαγγέλλεται εναντίον του κατηγορία ότι όχι μόνο παρώρμησε τους Ρωμαίους φίλους του σε συνωμοσία κατά του
αυτοκράτορος,αλλά και ότι θυσίασε και κάποιο παιδί Αρκάδα,για να μαντεύσει από τα σπλάχνα του την έκβαση της συνωμοσίας.
Μετά από κάποιον χρόνο οδηγείται ενώπιον του αυτοκράτορος,με τον οποίο έρχεται σε μακρά και ζωηρά συζήτηση,κατάληξη της οποίας ήταν η πλήρης ρήξη μεταξύ τους.
 
Ο Απολλώνιος στο μεταξύ φρουρείται αυστηρά,τον μεταχειρίζονται δε σαν αποδεδειγμένο κακοποιό.Μετά από λίγο χάρη σε ενέργειες ισχυρού Ρωμαίου φίλου του επανέρχεται στην προηγούμενη ηπιότερη φυλακή και αμέσως έπειτα οδηγείται σε δίκη,παρόντος και του Δομιτιανού.
Είτε δε διότι δεν ήταν σε θέση οι κατήγοροί του να του προσάψουν κάτι βάσιμο είτε διότι ο έξοχος ανήρ είχε επιβάλλει σεβασμό στον δεισιδαίμονα Δομιτιανό,το πράγμα έληξε με την παύση της δίκης από τον αυτοκράτορα και στην ακώλυτη διαφυγή του Απολλωνίου από την Ρώμη.
 
Ο Απολλώνιος μετέβη αρχικώς στους Ποτιόλους ή στην Δικαιαρχία και από κει διά της Σικελίας στην Αχαΐα, όπου κατά τον Ιούλιο του 93 μ.Χ. παρέστη στους Ολυμπιακούς Αγώνες και χαιρετίστηκε με πάνδημη χαρά από τους Έλληνες ΅Άαπολωλότα ήδη νομίζοντας αυτόν.
 
Αφού δε παρέμεινε στην Ολυμπία 40 ημέρες,μετέβη στο μαντείο του Τροφωνίου,έπειτα δε διέμενε δύο ολόκληρα χρόνια στην Αχαΐα και το 95 μ.Χ. επανήλθε στην αγαπημένη του Ιωνία,όπου διέμενε ιδίως στην Έφεσο και την Σμύρνη.
Βρισκόταν στην Έφεσο,όταν,όχι μετά από πολύ καιρό,τον Σεπτέμβριο του 96 μ.Χ., αποκαλύφτηκε, όπως λέγεται,ταυτόχρονα με τον φόνο,όραμα ότι ο Δομιτιανός φονεύτηκε στο παλάτι του από πολλούς από εκείνους που τον περιστοίχιζαν και ότι ο φίλος του,ο εξαίρετος και φιλαθήναιος Νερούας,ανήλθε στον θρόνο του Παλατίνου.
 
Με το γεγονός αυτό λήγει και η δράσις του Απολλωνίου.
 
Επέζησε κατά πάσα πιθανότητα της βραχείας και αγαθής διακυβερνήσεως του Νερούα,απέθανε δε υπέργηρως στην αρχή,φαίνεται,της ηγεμονίας του Τραϊανού, γύρω στο έτος 100 μ.Χ.,όπως παραδίδουν οι αρχαίοι βιογράφοι και ιστορικοί και οι Βυζαντινοί χρονογράφοι και δέχεται ο Μόμμσεν στην έκδοσή του του Χρονικού του Λατίνου εκκλησιαστικού πατρός Κασσιοδώρου.


Δεν παρήλθε πολύς καιρός και ποικιλότατες φήμες διαδόθηκαν για τον θαυμαστό άνδρα.Πάντως η μνήμη του Απολλωνίου-του οποίου και μετά από 100 χρόνια ζωηρά τηρούσαν την ανάμνηση αλλού,αλλά ιδίως στην πατρίδα του τα Τύανα εικόνες και ναοί,όπως παραδίδει ο Φιλόστρατος,ο Κάσσιος Δίων και η ΅ΆΑυγουσταία ΙστορίαΆΆ-παρέμεινε στον εθνικό κόσμο των ύστερων χρόνων,μηδέ των αυτοκρατόρων εξαιρουμένων,με μεγάλες και μάλιστα θείες τιμές.
 
Και από τους χριστιανούς ακόμη ετιμάτο ο Απολλώνιος,πριν ακόμη επικρατήσει σ’ αυτούς η άκριτη γνώμη ότι ο φιλόσοφος εχθρευόταν τον χριστιανισμό,την οποία ανήρεσαν επιφανείς ερευνητές,όπως ο Γιάκομπς,ο Νεάντερ,ο Σμιτ και άλλοι.
 
Στους εθνικούς, οι παραδόσεις περί του Απολλωνίου ως «πολλά και θαυμάσια διαπράξαντος» και η θρυλούμενη αυστηρή ηθικότητα του βίου του έδωσαν αφορμή να αντιτάξουν ,στους χρόνους των διωγμών κατά των Χριστιανών,το πρόσωπό του κατά του Χριστού.
Κατά τους επί Διοκλητιανού διωγμούς(303 και κατόπιν),στην Νικομήδεια,κέντρο της αντιχριστιανικής κινήσεως στην Ανατολή,ο Ιεροκλής,αντίπαλος του Χριστιανισμού,έγραψε για τον Απολλώνιο συγκρίνοντάς τον με τον Χριστό και ζητώντας διά της συγκρίσεως αυτής να καταδείξει την ανωτερότητα του προσώπου του Απολλωνίου.
 
Μετά τον Ιεροκλή,στον οποίο απάντησε ο εκκλησιαστικός ιστορικός Ευσέβιος,έγραψε ο νεοπλατωνικός Ευνάπιος.
 
Στους μεταγενέστερους Βυζαντινούς ο Απολλώνιος είχε καταστεί το «ενδιάμεσον θεού και ανθρώπου»,ο«μεταξύ των ανθρώπων παρεπιδημών θεός»,όλως μυθώδες πρόσωπο.Απογόνους δεν άφησε ο φιλόσοφος,μια αδέσποτη φήμη μόνο υπήρξε ότι ήταν πατέρας του «θεοειδούς» Αλεξάνδρου του Πηλοπλάτωνος από την Σελεύκεια της Κιλικίας,που γεννήθηκε από αθέμιτη σχέση του Απολλωνίου με κάποιαν γυναίκα,Άπεριττήν το είδος,σύζυγο συνηγόρου στα δικαστήρια.
 
Καταστάς ο Απολλώνιος ο περικλεέστατος εκπρόσωπος της Πυθαγορείου Σχολής,θεωρούσε κι αυτός την μυθολογία κατ ουσίαν απλούν έργον των ποιητών,οι οποίοι,χωρίς καθόλου να ενδιαφέρονται για την αλήθεια,«βιάζονται πιθανούς φαίνεσθαι τους εαυτών λόγους».
 
Εξηγεί και αυτός τους μύθους ως επί το πλείστον αλληγορικώς.Επρέβευε αυστηρότατες ηθικές αρχές και ζητούσε αμέσως και πρακτικώς να επιδρά και,όπως οι Στωικοί,να καταπολεμά τη φαύλη ηθική κατάσταση των χρόνων του και να πετύχει κάποια ηθική μεταρρύθμιση.
 
Αλλά τόσο ολοσχερώς στην ψυχή του επικρατούσε και το πνευματικό ρεύμα των χρόνων του,ώστε μαζί με την ιδεώδη αυτή τάση,μαζί με την αρχαϊκή αγάπη προς την ελευθερία,μαζί με την ισχυρή ορμή ενθουσιασμού που πήγαζε από τον μυστικισμό,ενωνόταν και φανατική δεισιδαιμονία και κλίση προς την μαγεία,προφητεία και θαυματουργία.
 
Οι τελευταίες αυτές απόκρυφες ιδιότητες,γνωστές σε μας από τον Φιλόστρατο και άλλους,που αντλούσαν αυτά τα στοιχεία από πηγές όχι διαυγείς,κατέστησαν τον Απολλώνιο υποκείμενο εξετάσεως από παραψυχολόγους των χρόνων μας,οι οποίοι τον θεώρησαν ισχυρότατο μέντιουμ κλπ.

 
Με την έμμονη και σφοδρή αγάπη του προς την Ελλάδα ο Απολλώνιος ζητούσε εναγωνίως να βλέπει στους Έλληνες των χρόνων του Νέρωνος και των διαδόχων αυτού τον λαό του κλασσσικού παρελθόντος.Από την πλασματική επί Νέρωνος «ανόρθωση της ελευθερίας των Ελλήνων» προσδοκούσε την επάνοδο των Ελλήνων στα Δωρικά και Αττικά ήθη.
 
 
Ο υπέρ των Ελλήνων κοπτόμενος και κατεξαντλούμενος φιλόσοφος των Τυάνων τιμούσε στο πρόσωπο των συγχρόνων του το ιερό παρελθόν,περί δε αυτών,ωστόσο,πέραν του οίκτου,της στοργής και της ελπίδος,ουδεμία έτρεφε αυταπάτη(έγραφε απογοητευμένος από το Αργος στους σοφούς του Μουσείου της Αλεξανδρείας:«Εγενόμην εν Αργει και Φωκίδι και Λοκρίδι και εν Σικυώνι και εν Μεγάροις και διαλεγόμενος τοις έμπροσθεν χρόνοις επαυσάμην εκεί.
Τι,ουν,ει τις έροιτο,το αίτιον;
Εγώ φράσαιμι υμίν και ταις Μούσαις:Εβαρβαρώθην ου χρόνιος ων αφ Ελλάδος,αλλά χρόνιος εν Ελλάδι»).




Απολλώνιος, ο Τυανεύς: Ποιος ήταν ο Έλληνας φιλόσοφος που κάποιοι σήμερα ταυτίζουν με τον Χριστό

Ντοκιμαντέρ τουAmazon ισχυρίζεται ότι ο Χριστός δεν είναι Εβραίος αλλά ο Ελληνας φιλόσοφος Απολλώνιος - Τι γνωρίζουμε για αυτόν

 

Οπως έγινε γνωστό , ντοκιμαντέρτης Amazon με τίτλο «Bible Conspiracies» («Βιβλικές Συνωμοσίες»), προβάλλει την άποψη ότι ο Χριστός ήταν Έλληνας και συγκεκριμένα ο πυθαγόρειος φιλόσοφος Απολλώνιος ο Τυανέας.

Ο Απολλώνιος ο Τυανέας (καλύτερα Τυανεύς), ήταν υπαρκτό πρόσωπο. Οι «υπεύθυνοι» του ντοκιμαντέρ δεν προσφέρουν κάτι καινούργιο (επ)αναφέροντάς τον στο προσκήνιο. Η φήμη του ξεκίνησε από την εποχή που ζούσε και έφτασε ως τις μέρες μας. 

 

Ας δούμε περισσότερες λεπτομέρειες για τη ζωή του.
Μια σπουδαία πηγή, αποτελεί το έργο του Φιλόστρατου (3ος αι.) για τον Απολλώνιο. Πρόκειται για μια μυθιστορηματική βιογραφία σε 8 βιβλία, που εκτός από τα πραγματικά, τα ιστορικά στοιχεία, έχει και αρκετά φανταστικά. Ο τίτλος του είναι «Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον» και γράφτηκε μετά από ανάθεση της Ρωμαίας αυτοκράτειρας Ιουλίας Δόμνας στον Φιλόστρατο.
 
 




 
 
Σύμφωνα με αυτό, ο Απολλώνιος γεννήθηκε στα Τύανα, γύρω στο 3 π.Χ., την ίδια περίπου εποχή δηλαδή που γεννήθηκε ο Χριστός. Τα Τύανα, που ιδρύθηκαν από τη Σεμίραμη τον 22ο π.Χ. αιώνα, βρίσκονταν στην Καππαδοκία. Αποικίστηκαν από Έλληνες το 174 π.Χ.

Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, η πόλη μετονομάστηκε σε «Σεβάστεια η προς τω Ταύρω» και αργότερα άλλαξε το όνομά της σε Αντωνίνα. Στα βυζαντινά χρόνια, ονομαζόταν Χριστούπολις. Εκεί γεννήθηκε ο αυτοκράτορας Ρωμανός ο Διογένης.

Όταν την κατέλαβαν οι Τούρκοι, την ονόμασαν Κλισέ Χισάρ. Αργότερα οι κάτοικοί της ίδρυσαν νέο οικισμό σε μικρή απόσταση από την παλιά πόλη, τα Νέα Τύανα. Μετά την μικρασιατική καταστροφή, οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Δράμας. Σήμερα, από τα αρχαία Τύανα, σώζονται μόνο κάποια ερείπια.

Επανερχόμαστε όμως στον Απολλώνιο. Σύμφωνα με τον Φιλόστρατο, σπούδασε ρητορική και φιλοσοφία. Ταξίδεψε στη Βαβυλώνα, την Ινδία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Αιθιοπία.

 
Ήταν ασκητικός, με ισχυρή βούληση, αρνιόταν τη σεξουαλικότητα, την κρεοφαγία και την οινοποσία, ενώ απέτρεπε τους μαθητές του από λατρευτικές πράξεις με αιματηρές θυσίες και υποδείκνυε τη σιωπή και τη νοερή προσευχή. 
 
Οι οπαδοί του από τα λαϊκότερα στρώματα, πίστευαν ότι είχε και υπερφυσικές ιδιότητες που του έδιναν τη δυνατότητα να καταλαβαίνει τη γλώσσα των ζώων, να μιλά γλώσσες τις οποίες δεν είχε μάθει, να μαντεύει πολλά και σημαντικά πράγματα, να αποβάλλει δαιμόνια, να γιατρεύει αρρώστους, να ανασταίνει νεκρούς και να σπάει τα δεσμά του, όπως στην περίπτωση της φυλάκισής του από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό στη Ρώμη. Πίστευαν ακόμα ότι μετά τον θάνατό του είχε αναληφθεί στους ουρανούς και ακόμη, ότι εμφανιζόταν, μετά τον θάνατό του σε διάφορα μέρη.

Ο Απολλώνιος δεν ήταν πυθαγόρειος φιλόσοφος, καθώς ο «πυθαγορισμός» είχε εκλείψει από τα χρόνια του Πλάτωνα. Ανήκε στους νεοπυθαγόρειους φιλοσόφους, που εμφανίστηκαν τον 1ο π.Χ. αιώνα και πρότεινε στα κηρύγματά του ως ιδανικό τρόπο ζωής τον βίο του Πυθαγόρα.

Ο Απολλώνιος δεν μιλούσε ως αυθεντία, αλλά έλεγε «νομίζω», «μου φαίνεται», κ.λπ. Και καλώς έπραττε. Ήθελε να διδάσκεται και να διδάσκει σαν σοφός νεοπυθαγόρειος.

Ίσως ο Απολλώνιος ασχολήθηκε με τη μαγεία, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι ήταν απατεώνας. Ο Απολλώνιος θεωρούνταν επίσης ιδρυτής θρησκείας. Όπως όλοι οι νεοπυθαγόρειοι, έτσι και ο Απολλώνιος χρησιμοποιούσε εξωτερικά μόνο τον μυστικισμό των αριθμών καθώς και τη μαγική αιτιότητά τους.
 
 
 
 

 
 
 

Κατά τον Φιλόστρατο, ο Απολλώνιος, υπήρξε ανώτερος όλων των σοφών και αυτού του δάσκαλού του, Πυθαγόρα. Είχε τέλεια γνώση των πάντων και γνώση όλων των γλωσσών των ανθρώπων και των ζώων. Αυτά τα γράφει και σ’ άλλο έργο του, Βίος των Σοφιστών. Ταξίδεψε πολύ και γνώρισε και επηρεάστηκε από τους βαβυλώνιους αστρολόγους και μάγους, τα μυστήρια των βραχμάνων, τους Γυμνοσοφιστές, τα ελευσίνια μυστήρια κ.λπ. Φέρεται σαν μύστης, συγκρητιστής, όπως συγκρητιστικό ήταν άλλωστε, και το περιβάλλον της Ιουλίας Δόμνας και του Σεπτίμιου Σεβήρου.
 
Η μεγάλη φήμη που είχε αποκτήσει, αποτέλεσε αφορμή να ονομαστεί «Χριστός των Εθνικών (ειδωλολατρών)» («Cristo Pagano»). 
 
 Ο σεβασμός των εθνικών προς το πρόσωπό του ήταν τόσο μεγάλος, ώστε αναφέρεται ότι ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Σεβήρος (222-235), είχε τοποθετήσει ομοίωμά του μέσα στο τέμενός του, δίπλα στον Ιησού, τον Αβραάμ και τον Ορφέα.

Γενικότερα, ο Απολλώνιος μετά τον θάνατό του λατρεύτηκε ως θεός ή ως ήρωας και τιμήθηκε με βωμούς και αγάλματα.


Από τα έργα του Απολλώνιου, είναι γνωστά τα «Τελευταί ή Περί θυσιών», από τον Ευσέβιο, που διέσωσε και μερικά αποσπάσματα και το «Περί του Πυθαγορικού Βίου», από τον Ιάμβλιχο, που το χρησιμοποίησε ως πηγή στο ομώνυμο δικό του έργο, όπως επίσης και ο Πορφύριος. Σύμφωνα με το Λεξικό Σουίδα, έργα του ήταν, εκτός από τα παραπάνω τα εξής: i) Διαθήκη, ii) Χρησμοί, iii) Ύμνος εις Μνημοσύνην, iv) Περί Μαντείας Αστέρων και v) Επιστολαί (τουλάχιστον 77, κατ’ άλλους δε 197, η γνησιότητα πολλών από τις οποίες αμφισβητείται).


Για τον σπουδαίο πάντως αυτόν Έλληνα αρχαίο φιλόσοφο, έγραψαν, μεταξύ άλλων, οι G. L. Kayser («Philostrat, Vita Apollonii», 1870), F. C. Conybeare («Philostratus, The Life of Apollonius of Tyana, the Epistles of Apollonius and the Treatise of Eusebius», 1912), E. Mayer, στο «Kleine Schriften 2», σελ. 131-191, έκδοση 1924 κ.ά. 
 

https://tsinikopoulos.org
www.protothema.gr
https://olympia.gr

 
 



theologos vasiliadis